Ο φάρος Γρηάς της Άνδρου 6/12/2007
ΠΩΣ ΠΕΡΝΑ 0 ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΟΥΣ ΕΡΗΜΟΥΣ ΦΑΡΟΥΣ
«Είμαι άνθρωπος που μου αρέσει το διάβασμα. Δεν μου έμενε ποτέ χρόνος κενός. Έχω τόσο πολλά να κάνω. Η γνώση είναι που με γεμίζει σαν άνθρωπο. Γνωρίζω ότι τίποτα δεν γνωρίζω και διαβάζω συνεχώς. Είμαι όμως και άνθρωπος της μουσικής. Από οκτώ ετών άρχισα να τραγουδώ και να γρατζουνάω μια παλιά κιθάρα που υπήρχε στο σπίτι. Είχα και ακούσματα, γιατί ο πατέρας μου έπαιζε αυτοδίδακτος βιολί, και ξεκίνησα κι εγώ εμπειρικά. Κάθισα και έμαθα μόνος μου να διαβάζω παρτιτούρα και τώρα μπορώ να παίζω παραδοσιακή μουσική και να συνθέτω μελωδίες στο βιολί. Διάβασμα, μουσική, ψάρεμα και εργασίες στο Φάρο. Αυτός είναι ο Μιχάλης ο Τριανταφυλλάκης».
ΣΥΜΒΙΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ
«Στους Φάρους αν δεν περνάει κάποιος καλά, φταίει ο ίδιος, όχι οι συνάδελφοι του. Αν ο ίδιος δεν φέρεται σωστά, με αξιοπρέπεια και σεβασμό, πώς οι άλλοι θα του συμπεριφερθούν καλά; Και αν τύχει με συνάδελφο πλημμελή στα καθήκοντα του, πρέπει να δείχνει ανωτερότητα, το καλό παράδειγμα και τη σωστή συμπεριφορά. Πάντοτε κέρδιζα έτσι, ποτέ δεν απέτυχα 27 χρόνια σαν φαροφύλακας. Κέρδιζα το σεβασμό των συναδέλφων μου, γιατί κοίταγα το συμφέρον του άλλου, όχι το δικό μου. Αυτή η ένδειξη αγάπης προς τους συνανθρώπους, γινόταν αμοιβαία. Ότι θέλουμε να μας κάνουν οι άλλοι, ας το κάνουμε εμείς σε αυτούς. Πέρασε το αυτό, σαν μια συζήτηση με κάποιον στην ερημιά. Η ερημιά σε φέρνει κοντά στον εαυτό σου, στα μεγάλα νοήματα, κοντά στις αλήθειες και στις ομορφιές της ζωής».
ΑΙΣΘΑΝΘΗΚΑΤΕ ΠΟΤΕ ΜΟΝΑΞΙΑ;
«Ποτέ. Ποτέ. Δεν είχα χρόνο για τέτοια πράγματα. Ποτέ δεν ένοιωσα απομονωμένος. Μου αρέσει να είμαι στο Φάρο. Η Υπηρεσία λέει να έρχομαι δύο φορές το μήνα, εγώ είμαι τα καλοκαίρια κάθε μέρα εδώ συνεχώς, κοιμάμαι τα βράδια εδώ, τα είδες κι εσύ. Οι Φάροι πάντοτε με επηρέαζαν θετικά σαν άνθρωπο. Και το έργο που επιτελούμε είναι σοβαρό, αν σκεφτούμε πόσο υπεύθυνη είναι η θέση. Ανθρώπινες ζωές στηρίζονται πάνω μας. Πρέπει να είμαστε ακριβείς και όχι επιπόλαιοι. Χρειάζεται υπευθυνότητα».
ΑΝ ΠΑΘΕΙ ΚΑΤΙ 0 ΦΑΡΟΣ
«Δεν θα με ειδοποιήσουν। Θα ειδοποιήσω εγώ. Πρέπει να έχω οπτική επαφή -και έχω- κάθε βράδυ, όταν δεν επισκέπτομαι το φάρο. Αν κάτι συμβεί, είτε Κυριακή είναι είτε γιορτή, ο φαροφύλακας τα αφήνει όλα και πάει στο καθήκον του. Ο Φάρος πρέπει να είναι αναμμένος. Ότι κι αν γίνει. Για βάλε έναν άνθρωπο να είναι μέσα στο πέλαγος, να θαλασσοπνίγεται και να βλέπει μέσα στη νύχτα ένα μοναδικό φως. "Εκεί είναι η σωτηρία μου", λέει. Στο φως. Αυτό έχει και μεταφορική έννοια. Φως. Πώς λάμπει σήμερα; Μέσω της γνώσης, που είναι ο φάρος μπορεί να φωτίσει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρωπότητας».
Στην ανατολική πλευρά ενός από τα ομορφότερα νησιά του κόσμου, της Άνδρου, στην νοτιοανατολική άκρη του κόλπου Βιτάλη, μέσα από την ακτή και σε εστιακό ύψος 86 μέτρων, βρίσκεται ο Φάρος της Γρηάς.
Ο πέτρινος Φάρος Γρηάς Άνδρου, χτίστηκε και πρωτολειτούργησε το 1914.Με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο, με χαρακτηριστικό ερυθρό, μία αναλαμπή ανά δύο λεπτά και φωτοβολία 14 ναυτικών μιλίων. Βρίσκεται σε στίγμα 37°54',0Β γεωγραφικό πλάτος και 24°57',4Α γεωγραφικό μήκος.
Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου παρέμεινε σβηστός. Επαναλειτούργησε το 1945 στα πλαίσια της ανασυγκρότησης του φαρικού δικτύου, με πηγή ενέργειας πάλι το πετρέλαιο.
Το 1984 τα μηχανήματα πετρελαίου αντικαταστάθηκαν, ο φάρος ηλεκτροδοτήθηκε και λειτούργησε ως αυτόματος ηλεκτρικός.
Με χαρακτηριστικό μια λευκή αναλαμπή ανά 20 δευτερόλεπτα και φωτοβολία 25 ναυτικών μιλίων. Φαροφύλακας είναι ο κ. Μιχάλης Τριανταφυλλάκης. Ο λόγος σ' αυτόν.
«Παλαιότερα ο Φάρος της Γρηάς ήταν λίγο διαφορετικός. Έξω από το κτίριο υπήρχε φούρνος που έφτιαχναν το ψωμί τους οι φαροφύλακες, αλλά εγώ δεν τα πρόλαβα αυτά. Μπήκα το 1975 στην Υπηρεσία, αφού τελείωσα τη Σχολή Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού στη Σχολή "Απόστολος Παύλος" στον Πειραιά. Δεν με τραβούσε, όμως, η θάλασσα. Και να σου πω γιατί δεν πήγα. Συγχρόνως με τη Σχολή, εργαζόμουν και σε ένα συνεργείο μηχανικό -θυμάμαι είχαμε φτιάξει τις μηχανές σε ένα μικρό καραβάκι 1.500 τόνων, στον Πειραιά. Μας είπε ο Α' μηχανικός του πλοίου να μείνουμε μέσα, το συνεργείο, και να βγούμε μέχρι την Αίγινα δοκιμαστικό ταξίδι. Όταν βγήκαμε είχε θάλασσα. Μας έκαναν το τραπέζι και είχαν, θυμάμαι, μακαρόνια με κρέας. Τα πιάτα φεύγανε από πάνω από το τραπέζι και το στομάχι μου είχε φύγει από τη θέση του. Σκέφτηκα, πού πάω; Τι πάω να κάνω; Μου άρεσε όμως η θάλασσα, η θάλασσα "απ' έξω".
Η φυσική ζωή, το βουνό, το ψάρεμα που είχα και έχω πάντα χόμπι. Τα συνδύασα λοιπόν όλα στη ζωή του φαροφύλακα. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Ήξερα πώς είναι η ζωή του φαροφύλακα, γιατί ζούσα εδώ, κοντά στο Φάρο. Το έκανα και το κάνω επειδή μου άρεσε, όχι σαν αγγαρεία. Γι' αυτό και δεν το έχω μετανιώσει».
ΦΑΡΟΣ ΨΑΘΟΥΡΑΣ ΑΛΟΝΝΗΣΟΥ
«Ήταν ο πρώτος Φάρος («Ε», 8/2000) στον οποίο υπηρέτησα. Έμεινα περίπου 18 μήνες και αμέσως μετά πήγα στο Σίγρι της Λέσβου για άλλους 18. Υπήρχε τότε διαταγή να κάνεις τρία χρόνια εκτός του νομού σου. Μετά από αυτά τα τρία χρόνια ήρθα εδώ όπου είμαστε αυτή τη στιγμή. Αργότερα πήγα για ένα χρόνο στο Καστελόριζο («Ε», 1/2001), έπειτα για λίγο στη Φάσσα, μετά ξανά εδώ στην Άνδρο. Στη συνέχεια βρέθηκα στην Παραπόλα («Ε», 5/2002) για ένα χρόνο, γύρισα πάλι στην Άνδρο, μετά πάλι στο Σίγρι και τελικά εδώ».
Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΦΑΡΟ
«Η βραχονησίδα Ψαθούρα απέχει 30 μίλια από το νησί της Αλοννήσου। Βρέθηκα εκεί ως πρωτοδιόριστος φαροφύλακας το 1975 και συνάντησα τους γέροντες φαροφύλακες που ήταν έτοιμοι να βγουν στη σύνταξη. Ξεκίνησα να πάω βάρδια στο Φάρο με κάποιον Γιώργο Αλεξίου, ο οποίος έπαιρνε παρέα και τη γυναίκα του την κυρά Μαρία. Με υποδέχτηκαν εγκάρδια, πήραμε τρόφιμα για 15 μέρες και ετοιμαστήκαμε να φύγουμε την επόμενη το πρωί. Ξεκινήσαμε και στο δρόμο μάς βρήκε μεγάλη θαλασσοταραχή, 9 μποφόρ. Ξανασκέφτηκα, που πάω... Δεν μιλούσα, αλλά αρκετές φορές μου πέρασε η ιδέα να γυρίσω πίσω. Με είδε ο γέροντας και άρχισε να με παρηγορεί
Μου έλεγε "έτυχε σήμερα, που ήταν η πρώτη σου φορά, δεν γίνεται ποτέ αυτό, έτυχε, μην απογοητεύεσαι". Προσπαθούσε να με τονώσει με κάθε τρόπο. Κάποια στιγμή φτάσαμε στην Ψαθούρα. Ο καπετάνιος του καϊκιού ήταν έμπειρος, το σκάφος μεγάλο, και προσέγγισε στην παραλία που απάγκιαζε ο καιρός -ήταν φρέσκια τραμουντάνα. Κατέβασε ο ναύτης μία μικρή βαρκούλα, μπήκε μέσα, ανέβαινε η βάρκα πάνω, κατέβαινε κάτω. Πώς να πηδήσω μέσα; Ο γέροντας σε κάποια στιγμή που η βάρκα ήταν στο ύψος του καϊκιού, πηδάει. Περίμενε και η κυρά Μαρία, πήδηξε και αυτή και την έπιασαν. Ρίξαμε τα πράγματα, τελευταίος εγώ, αφού είχα παρατηρήσει τι είχαν κάνει οι άλλοι, το πέτυχα το βαρκάκι! Θα τη θυμάμαι πάντα αυτήν την πρώτη μου εμπειρία. Οι ψαράδες ήταν εκεί όλοι φίλοι μας. Μπορώ να σου πω ότι σιχάθηκα τον αστακό. Τα καλοκαίρια ο Φάρος έμοιαζε με ταβέρνα. Μαζευόμασταν πάνω από δέκα άτομα. Ομορφιές. Πολύ καλός ψαρότοπος. Εκεί έμαθα την τέχνη τού ψαρέματος, που αγνοούσα. Ζούσαν και έκαναν περιουσίες πολλοί ψαράδες στην Αλόννησο, καλοί, σωστοί επαγγελματίες. Η Παραπόλα των Σπετσών, παρόλο που και εκείνη απέχει τριάντα μίλια από τις Σπέτσες, είναι δύσκολο μέρος, άγριο. Δεν μου άρεσε. Η Ψαθούρα είναι πολύ καλύτερη. Ερχόντουσαν ψαράδες, τουρίστες, κυρίως Ιταλοί. Περάσαμε πολύ καλύτερα».
«ΤΩΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ ΜΕ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ»
«Θα σου πω το ιστορικό της που μου έχει μείνει. Γινόταν η αλλαγή βάρδιας, ήμασταν εμείς μέσα με το συνάδελφο Θανάση Αστριδάκη από τη Χαλκίδα κοντά. Βγαίναμε εξόδου και ερχόντουσαν οι δύο αντικαταστάτες μας. Απείχαμε από τις Σπέτσες τριάντα μίλια. Φρεσκάρισε ο καιρός όταν βγαίναμε, πάλι εννέα μποφόρ. Ο καπετάνιος που είχαμε, ο Νίκος Οικονόμου με το ψαράδικα του, με εμπιστευόταν στο τιμόνι. Φορούσα ένα μπουφάν κλειστό κι ερχόταν πάνω από το κεφάλι μου το κύμα ζωντανό. Ο Θανάσης ήταν κάτω στις κουκέτες, δεν μπορούσε να κουνήσει. Ο καπετάνιος σε κάποια στιγμή έφυγε να πάει να βάλει το φλόκο, που κρατάει το καΐκι σταθερό. Όπως λύνει το σκοινάκι του, τον σηκώνει ο άνεμος κι αυτόν μαζί. Με το ένα του χέρι έπιασε τα ρέλια και με το άλλο το σκοινί του φλόκου. Εγώ του φώναζα "άσε το σκοινί", τελικά το άφησε κι έπεσε πάνω στο κατάστρωμα. Αν έπεφτε στη θάλασσα πώς θα τον περισυνέλλεγα; Έρχεται στο τιμόνι, γυρίσαμε το σκάφος στα πρίμα, και το σκοινί με το φλόκο ήρθε δίπλα, το έπιασε και το έδεσε. Ταξιδεύαμε και στις Σπέτσες δεν φτάναμε. Σε τρεις ώρες έπρεπε να είχαμε φτάσει, περάσαμε πέντε, πέρασαν έξι, κοιτάμε τον μπούσουλα και βλέπουμε ότι έδειχνε λάθος η πυξίδα, είχε νυχτώσει κι εμείς πηγαίναμε για Πελοπόννησο! Να γιατί ήταν έμπειρος. Το αντιλήφθηκε και λέει "τώρα θα πάμε με τ' αστέρια", γυρίσαμε άλλη πορεία και στις επτάμιση ώρες μπήκαμε στο λιμάνι των Σπετσών. Εκεί έκοβε ο άνεμος. Όμως παρακάλεσα τον καπετάνιο να μας πάει στην Πελοπόννησο για να πατήσουμε καλά στεριά»...
ΣΤΟ ΦΑΡΟ ΤΗΣ ΦΑΣΣΑΣ
«Όσο για τη Φάσσα, το Φάρο του Κάβο Ντόρο, θυμάμαι έντονα ένα περιστατικό. Ήμουν βάρδια με τον Νίκο Βιταλιώτη. Φιλοξενούσαμε και ένα θείο του, συνταξιούχο φαροφύλακα. Συμφωνήσαμε με τον Νίκο να ανάψει το Φάρο, γιατί ήταν με πετρέλαιο τότε, να τον κουρδίσει, και εμείς με το θείο του να πάμε να ρίξουμε πετονιές στην περιοχή του Κάβο Ντόρο. Πιάσαμε διάφορα ψάρια και φτιάξαμε ωραιότατη κακαβιά.Ήπιαμε τα κρασάκια μας, συζητήσαμε ωραία και είπαμε την άλλη μέρα το πρωί εγώ και ο γέροντας να κατεβούμε στην πόλη να πάρουμε τα απαραίτητα τρόφιμα. Έσβησα το πρωί το Φάρο, ετοιμάσαμε καφέδες με το θείο του, επήγαμε στο καθιστικό του φάρου και όταν ήταν έτοιμο το πρωινό, φωνάζω στο συνάδελφο να έρθει. Δεν απάντησε. Σε λίγο τον ξαναφωνάζω. Τίποτα. Άκουσα όμως σαν να πέφτει ένα γυαλί να σπάζει. Η πόρτα του δωματίου του ήταν μισάνοιχτη. Την ανοίγω και βλέπω το κεφάλι του στο κρεβάτι, τα πόδια του προς τα κάτω και να μην μπορεί να σηκωθεί. Τα δε χείλη του, το σαγόνι του, είχαν ελαφρά στραβώσει. Κατάλαβα ότι είναι εγκεφαλικό
Δεν του είπα τίποτα να μην τον τρομάξω, τον ξάπλωσα και έτρεξα στο τηλέφωνο। Πήρα τους τοπικούς αγροτικούς γιατρούς στο Γαύριο και στο Μπατσί και συνεννοηθήκαμε να τους πάρω με το αυτοκίνητο। Άφησα πίσω τον συνταξιούχο και έναν τσοπάνο συγγενή τους, και φεύγω να φέρω τους δύoγιατρούς. Τον βλέπουν, κάνουν διάγνωση, εγκεφαλικό, ειδοποιώ την Υπηρεσία Φάρων και μέσα σε 20 λεπτά το ελικόπτερο βρισκόταν έξω από το Φάρο της Φάσσας. Τον πήγαν στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, επανήλθε, σήμερα περπατάει, μόνο στο χέρι τού έχει μείνει κάτι. Πάντοτε στους Φάρους πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Θα μπορούσα να είχα φύγει εκείνο το πρωί χωρίς να τον φωνάξω. Και πρέπει να είμαστε γρήγοροι σε αντιδράσεις σε τέτοιες καταστάσεις. Συνειδησιακά αισθάνομαι ευχαριστημένος όπως εξελίχθηκαν τα γεγονότα».Ο πέτρινος Φάρος Γρηάς Άνδρου, χτίστηκε και πρωτολειτούργησε το 1914.Με πηγή ενέργειας το πετρέλαιο, με χαρακτηριστικό ερυθρό, μία αναλαμπή ανά δύο λεπτά και φωτοβολία 14 ναυτικών μιλίων. Βρίσκεται σε στίγμα 37°54',0Β γεωγραφικό πλάτος και 24°57',4Α γεωγραφικό μήκος.
Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου παρέμεινε σβηστός. Επαναλειτούργησε το 1945 στα πλαίσια της ανασυγκρότησης του φαρικού δικτύου, με πηγή ενέργειας πάλι το πετρέλαιο.
Το 1984 τα μηχανήματα πετρελαίου αντικαταστάθηκαν, ο φάρος ηλεκτροδοτήθηκε και λειτούργησε ως αυτόματος ηλεκτρικός.
Με χαρακτηριστικό μια λευκή αναλαμπή ανά 20 δευτερόλεπτα και φωτοβολία 25 ναυτικών μιλίων. Φαροφύλακας είναι ο κ. Μιχάλης Τριανταφυλλάκης. Ο λόγος σ' αυτόν.
«Παλαιότερα ο Φάρος της Γρηάς ήταν λίγο διαφορετικός. Έξω από το κτίριο υπήρχε φούρνος που έφτιαχναν το ψωμί τους οι φαροφύλακες, αλλά εγώ δεν τα πρόλαβα αυτά. Μπήκα το 1975 στην Υπηρεσία, αφού τελείωσα τη Σχολή Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού στη Σχολή "Απόστολος Παύλος" στον Πειραιά. Δεν με τραβούσε, όμως, η θάλασσα. Και να σου πω γιατί δεν πήγα. Συγχρόνως με τη Σχολή, εργαζόμουν και σε ένα συνεργείο μηχανικό -θυμάμαι είχαμε φτιάξει τις μηχανές σε ένα μικρό καραβάκι 1.500 τόνων, στον Πειραιά. Μας είπε ο Α' μηχανικός του πλοίου να μείνουμε μέσα, το συνεργείο, και να βγούμε μέχρι την Αίγινα δοκιμαστικό ταξίδι. Όταν βγήκαμε είχε θάλασσα. Μας έκαναν το τραπέζι και είχαν, θυμάμαι, μακαρόνια με κρέας. Τα πιάτα φεύγανε από πάνω από το τραπέζι και το στομάχι μου είχε φύγει από τη θέση του. Σκέφτηκα, πού πάω; Τι πάω να κάνω; Μου άρεσε όμως η θάλασσα, η θάλασσα "απ' έξω".
Η φυσική ζωή, το βουνό, το ψάρεμα που είχα και έχω πάντα χόμπι. Τα συνδύασα λοιπόν όλα στη ζωή του φαροφύλακα. Το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Ήξερα πώς είναι η ζωή του φαροφύλακα, γιατί ζούσα εδώ, κοντά στο Φάρο. Το έκανα και το κάνω επειδή μου άρεσε, όχι σαν αγγαρεία. Γι' αυτό και δεν το έχω μετανιώσει».
ΦΑΡΟΣ ΨΑΘΟΥΡΑΣ ΑΛΟΝΝΗΣΟΥ
«Ήταν ο πρώτος Φάρος («Ε», 8/2000) στον οποίο υπηρέτησα. Έμεινα περίπου 18 μήνες και αμέσως μετά πήγα στο Σίγρι της Λέσβου για άλλους 18. Υπήρχε τότε διαταγή να κάνεις τρία χρόνια εκτός του νομού σου. Μετά από αυτά τα τρία χρόνια ήρθα εδώ όπου είμαστε αυτή τη στιγμή. Αργότερα πήγα για ένα χρόνο στο Καστελόριζο («Ε», 1/2001), έπειτα για λίγο στη Φάσσα, μετά ξανά εδώ στην Άνδρο. Στη συνέχεια βρέθηκα στην Παραπόλα («Ε», 5/2002) για ένα χρόνο, γύρισα πάλι στην Άνδρο, μετά πάλι στο Σίγρι και τελικά εδώ».
Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟ ΦΑΡΟ
«Η βραχονησίδα Ψαθούρα απέχει 30 μίλια από το νησί της Αλοννήσου। Βρέθηκα εκεί ως πρωτοδιόριστος φαροφύλακας το 1975 και συνάντησα τους γέροντες φαροφύλακες που ήταν έτοιμοι να βγουν στη σύνταξη. Ξεκίνησα να πάω βάρδια στο Φάρο με κάποιον Γιώργο Αλεξίου, ο οποίος έπαιρνε παρέα και τη γυναίκα του την κυρά Μαρία. Με υποδέχτηκαν εγκάρδια, πήραμε τρόφιμα για 15 μέρες και ετοιμαστήκαμε να φύγουμε την επόμενη το πρωί. Ξεκινήσαμε και στο δρόμο μάς βρήκε μεγάλη θαλασσοταραχή, 9 μποφόρ. Ξανασκέφτηκα, που πάω... Δεν μιλούσα, αλλά αρκετές φορές μου πέρασε η ιδέα να γυρίσω πίσω. Με είδε ο γέροντας και άρχισε να με παρηγορεί
Μου έλεγε "έτυχε σήμερα, που ήταν η πρώτη σου φορά, δεν γίνεται ποτέ αυτό, έτυχε, μην απογοητεύεσαι". Προσπαθούσε να με τονώσει με κάθε τρόπο. Κάποια στιγμή φτάσαμε στην Ψαθούρα. Ο καπετάνιος του καϊκιού ήταν έμπειρος, το σκάφος μεγάλο, και προσέγγισε στην παραλία που απάγκιαζε ο καιρός -ήταν φρέσκια τραμουντάνα. Κατέβασε ο ναύτης μία μικρή βαρκούλα, μπήκε μέσα, ανέβαινε η βάρκα πάνω, κατέβαινε κάτω. Πώς να πηδήσω μέσα; Ο γέροντας σε κάποια στιγμή που η βάρκα ήταν στο ύψος του καϊκιού, πηδάει. Περίμενε και η κυρά Μαρία, πήδηξε και αυτή και την έπιασαν. Ρίξαμε τα πράγματα, τελευταίος εγώ, αφού είχα παρατηρήσει τι είχαν κάνει οι άλλοι, το πέτυχα το βαρκάκι! Θα τη θυμάμαι πάντα αυτήν την πρώτη μου εμπειρία. Οι ψαράδες ήταν εκεί όλοι φίλοι μας. Μπορώ να σου πω ότι σιχάθηκα τον αστακό. Τα καλοκαίρια ο Φάρος έμοιαζε με ταβέρνα. Μαζευόμασταν πάνω από δέκα άτομα. Ομορφιές. Πολύ καλός ψαρότοπος. Εκεί έμαθα την τέχνη τού ψαρέματος, που αγνοούσα. Ζούσαν και έκαναν περιουσίες πολλοί ψαράδες στην Αλόννησο, καλοί, σωστοί επαγγελματίες. Η Παραπόλα των Σπετσών, παρόλο που και εκείνη απέχει τριάντα μίλια από τις Σπέτσες, είναι δύσκολο μέρος, άγριο. Δεν μου άρεσε. Η Ψαθούρα είναι πολύ καλύτερη. Ερχόντουσαν ψαράδες, τουρίστες, κυρίως Ιταλοί. Περάσαμε πολύ καλύτερα».
«ΤΩΡΑ ΘΑ ΠΑΜΕ ΜΕ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ»
«Θα σου πω το ιστορικό της που μου έχει μείνει. Γινόταν η αλλαγή βάρδιας, ήμασταν εμείς μέσα με το συνάδελφο Θανάση Αστριδάκη από τη Χαλκίδα κοντά. Βγαίναμε εξόδου και ερχόντουσαν οι δύο αντικαταστάτες μας. Απείχαμε από τις Σπέτσες τριάντα μίλια. Φρεσκάρισε ο καιρός όταν βγαίναμε, πάλι εννέα μποφόρ. Ο καπετάνιος που είχαμε, ο Νίκος Οικονόμου με το ψαράδικα του, με εμπιστευόταν στο τιμόνι. Φορούσα ένα μπουφάν κλειστό κι ερχόταν πάνω από το κεφάλι μου το κύμα ζωντανό. Ο Θανάσης ήταν κάτω στις κουκέτες, δεν μπορούσε να κουνήσει. Ο καπετάνιος σε κάποια στιγμή έφυγε να πάει να βάλει το φλόκο, που κρατάει το καΐκι σταθερό. Όπως λύνει το σκοινάκι του, τον σηκώνει ο άνεμος κι αυτόν μαζί. Με το ένα του χέρι έπιασε τα ρέλια και με το άλλο το σκοινί του φλόκου. Εγώ του φώναζα "άσε το σκοινί", τελικά το άφησε κι έπεσε πάνω στο κατάστρωμα. Αν έπεφτε στη θάλασσα πώς θα τον περισυνέλλεγα; Έρχεται στο τιμόνι, γυρίσαμε το σκάφος στα πρίμα, και το σκοινί με το φλόκο ήρθε δίπλα, το έπιασε και το έδεσε. Ταξιδεύαμε και στις Σπέτσες δεν φτάναμε. Σε τρεις ώρες έπρεπε να είχαμε φτάσει, περάσαμε πέντε, πέρασαν έξι, κοιτάμε τον μπούσουλα και βλέπουμε ότι έδειχνε λάθος η πυξίδα, είχε νυχτώσει κι εμείς πηγαίναμε για Πελοπόννησο! Να γιατί ήταν έμπειρος. Το αντιλήφθηκε και λέει "τώρα θα πάμε με τ' αστέρια", γυρίσαμε άλλη πορεία και στις επτάμιση ώρες μπήκαμε στο λιμάνι των Σπετσών. Εκεί έκοβε ο άνεμος. Όμως παρακάλεσα τον καπετάνιο να μας πάει στην Πελοπόννησο για να πατήσουμε καλά στεριά»...
ΣΤΟ ΦΑΡΟ ΤΗΣ ΦΑΣΣΑΣ
«Όσο για τη Φάσσα, το Φάρο του Κάβο Ντόρο, θυμάμαι έντονα ένα περιστατικό. Ήμουν βάρδια με τον Νίκο Βιταλιώτη. Φιλοξενούσαμε και ένα θείο του, συνταξιούχο φαροφύλακα. Συμφωνήσαμε με τον Νίκο να ανάψει το Φάρο, γιατί ήταν με πετρέλαιο τότε, να τον κουρδίσει, και εμείς με το θείο του να πάμε να ρίξουμε πετονιές στην περιοχή του Κάβο Ντόρο. Πιάσαμε διάφορα ψάρια και φτιάξαμε ωραιότατη κακαβιά.Ήπιαμε τα κρασάκια μας, συζητήσαμε ωραία και είπαμε την άλλη μέρα το πρωί εγώ και ο γέροντας να κατεβούμε στην πόλη να πάρουμε τα απαραίτητα τρόφιμα. Έσβησα το πρωί το Φάρο, ετοιμάσαμε καφέδες με το θείο του, επήγαμε στο καθιστικό του φάρου και όταν ήταν έτοιμο το πρωινό, φωνάζω στο συνάδελφο να έρθει. Δεν απάντησε. Σε λίγο τον ξαναφωνάζω. Τίποτα. Άκουσα όμως σαν να πέφτει ένα γυαλί να σπάζει. Η πόρτα του δωματίου του ήταν μισάνοιχτη. Την ανοίγω και βλέπω το κεφάλι του στο κρεβάτι, τα πόδια του προς τα κάτω και να μην μπορεί να σηκωθεί. Τα δε χείλη του, το σαγόνι του, είχαν ελαφρά στραβώσει. Κατάλαβα ότι είναι εγκεφαλικό
ΠΩΣ ΠΕΡΝΑ 0 ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΟΥΣ ΕΡΗΜΟΥΣ ΦΑΡΟΥΣ
«Είμαι άνθρωπος που μου αρέσει το διάβασμα. Δεν μου έμενε ποτέ χρόνος κενός. Έχω τόσο πολλά να κάνω. Η γνώση είναι που με γεμίζει σαν άνθρωπο. Γνωρίζω ότι τίποτα δεν γνωρίζω και διαβάζω συνεχώς. Είμαι όμως και άνθρωπος της μουσικής. Από οκτώ ετών άρχισα να τραγουδώ και να γρατζουνάω μια παλιά κιθάρα που υπήρχε στο σπίτι. Είχα και ακούσματα, γιατί ο πατέρας μου έπαιζε αυτοδίδακτος βιολί, και ξεκίνησα κι εγώ εμπειρικά. Κάθισα και έμαθα μόνος μου να διαβάζω παρτιτούρα και τώρα μπορώ να παίζω παραδοσιακή μουσική και να συνθέτω μελωδίες στο βιολί. Διάβασμα, μουσική, ψάρεμα και εργασίες στο Φάρο. Αυτός είναι ο Μιχάλης ο Τριανταφυλλάκης».
ΣΥΜΒΙΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ
«Στους Φάρους αν δεν περνάει κάποιος καλά, φταίει ο ίδιος, όχι οι συνάδελφοι του. Αν ο ίδιος δεν φέρεται σωστά, με αξιοπρέπεια και σεβασμό, πώς οι άλλοι θα του συμπεριφερθούν καλά; Και αν τύχει με συνάδελφο πλημμελή στα καθήκοντα του, πρέπει να δείχνει ανωτερότητα, το καλό παράδειγμα και τη σωστή συμπεριφορά. Πάντοτε κέρδιζα έτσι, ποτέ δεν απέτυχα 27 χρόνια σαν φαροφύλακας. Κέρδιζα το σεβασμό των συναδέλφων μου, γιατί κοίταγα το συμφέρον του άλλου, όχι το δικό μου. Αυτή η ένδειξη αγάπης προς τους συνανθρώπους, γινόταν αμοιβαία. Ότι θέλουμε να μας κάνουν οι άλλοι, ας το κάνουμε εμείς σε αυτούς. Πέρασε το αυτό, σαν μια συζήτηση με κάποιον στην ερημιά. Η ερημιά σε φέρνει κοντά στον εαυτό σου, στα μεγάλα νοήματα, κοντά στις αλήθειες και στις ομορφιές της ζωής».
ΑΙΣΘΑΝΘΗΚΑΤΕ ΠΟΤΕ ΜΟΝΑΞΙΑ;
«Ποτέ. Ποτέ. Δεν είχα χρόνο για τέτοια πράγματα. Ποτέ δεν ένοιωσα απομονωμένος. Μου αρέσει να είμαι στο Φάρο. Η Υπηρεσία λέει να έρχομαι δύο φορές το μήνα, εγώ είμαι τα καλοκαίρια κάθε μέρα εδώ συνεχώς, κοιμάμαι τα βράδια εδώ, τα είδες κι εσύ. Οι Φάροι πάντοτε με επηρέαζαν θετικά σαν άνθρωπο. Και το έργο που επιτελούμε είναι σοβαρό, αν σκεφτούμε πόσο υπεύθυνη είναι η θέση. Ανθρώπινες ζωές στηρίζονται πάνω μας. Πρέπει να είμαστε ακριβείς και όχι επιπόλαιοι. Χρειάζεται υπευθυνότητα».
ΑΝ ΠΑΘΕΙ ΚΑΤΙ 0 ΦΑΡΟΣ
«Δεν θα με ειδοποιήσουν। Θα ειδοποιήσω εγώ. Πρέπει να έχω οπτική επαφή -και έχω- κάθε βράδυ, όταν δεν επισκέπτομαι το φάρο. Αν κάτι συμβεί, είτε Κυριακή είναι είτε γιορτή, ο φαροφύλακας τα αφήνει όλα και πάει στο καθήκον του. Ο Φάρος πρέπει να είναι αναμμένος. Ότι κι αν γίνει. Για βάλε έναν άνθρωπο να είναι μέσα στο πέλαγος, να θαλασσοπνίγεται και να βλέπει μέσα στη νύχτα ένα μοναδικό φως. "Εκεί είναι η σωτηρία μου", λέει. Στο φως. Αυτό έχει και μεταφορική έννοια. Φως. Πώς λάμπει σήμερα; Μέσω της γνώσης, που είναι ο φάρος μπορεί να φωτίσει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρωπότητας».
Η ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΝ ΦΑΡΟ ΤΗΣ ΓΡΗΑΣ
«Δυστυχώς τα νεροφαγώματα από τις βροχές έχουν δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα στο δρόμο. Μια νύχτα, μετά από καταιγίδα και κεραυνούς, ο Φάρος έσβησε. Και φεύγω μεσάνυχτα να έρθω να αποκαταστήσω τη ζημιά. Η λάσπη σε ένα σημείο ήταν μισό μέτρο, χώθηκε μέσα όλο το αυτοκίνητο. Με κίνδυνο της ζωής μου πέρασα, έφτασα στο Φάρο και τον έβαλα σε λειτουργία με το εφεδρικό σύστημα. Ήταν μεγάλη κακοκαιρία, έμεινα εδώ και γύρισα την άλλη μέρα. Ακόμη και τους θερινούς μήνες, ο δρόμος είναι ένα πρόβλημα. Έχω μια μικρή βάρκα και προτιμώ να κινούμαι με αυτήν».
ΘΑ ΞΑΝΑΓΙΝΟΣΑΣΤΑΝ ΦΑΡΟΦΥΛΑΚΑΣ;
«Ναι. Ανακάλυψα τον εαυτό μου μέσα στην ησυχία και την ερημιά. Αν είσαι άτομο της έρευνας, ο τόπος των φάρων σε κάνει να δουλέψεις το μυαλό σου περισσότερο από των άλλων ανθρώπων. Αν έχεις όμως αυτή την προδιάθεση. Έχω συμπληρώσει από το 2000. Όταν φύγω, θα ζητήσω από την Υπηρεσία Φάρων να μου παρασχεθεί η δυνατότητα να επισκέπτομαι τους φάρους, τουλάχιστον του τόπου μου, της Άνδρου. Οι Φάροι πάνε να κλείσουν. Είναι ένα γεγονός που το βλέπουμε να συμβαίνει σιγά σιγά στην Ελλάδα. Δεν θα μπορούσε να γίνει μια κίνηση από πλευράς ανθρώπων που έχουν θέση και περνάει η γνώμη τους; Θα μπορέσουν οι Φάροι να συντηρηθούν και να μείνουν στολίδια μέσα στο Αιγαίο; Να το στολίζουν και όχι να το ασχημίζουν. Να μείνουν και να έχουν ζωή, όχι κλειδωμένοι με αράχνες μέσα. Να είναι ανοιχτοί όπως μπήκαμε εμείς σήμερα μέσα και τον βρίσκουμε καθαρό και περιποιημένο. Έχουν δώσει εντολή να είναι κλειδωμένος ο Φάρος και να φεύγει ο φαροφύλακας. Εκείνος μένει εδώ, μόνος του, για να τον κρατάει ένα στολίδι. Τι θα απογίνουν οι Φάροι μας; Πρέπει να είναι δύο οι φαροφύλακες. Σας είπα για εκείνον που πήγαμε στο Ναυτικό Νοσοκομείο. Αν ήταν μόνος του θα πέθαινε και θα έμενε σβηστός ο Φάρος. Επιτρέπονται αυτά τα πράγματα; Στο εξωτερικό υπάρχουν Σύλλογοι εθελοντών που υιοθετούν ένα Φάρο παρατημένο, εκτός λειτουργίας, και τον αναλαμβάνουν. Ψάχνουν τα κονδύλια, κάνουν εκδρομές αναψυχής με εργασίες συντήρησης μαζί. Αλλά και τα υλικά της συντήρησης θέλουν λεφτά. Και ψάχνουν για χορηγούς. Είναι διεθνές το πρόβλημα με τους Φάρους, όχι μόνο της Ελλάδας. Χάνουν πια τη σημασία τους».
Σβήνει η φωνή και χαμηλώνει το βλέμμα, από τη λάμψη του ορίζοντα, στης πέτρας την υλική σκληράδα. Ναι, οι Φάροι χάνουν τη σημασία τους. Γιατί το πλοίο με τα ηλεκτρονικά βοηθήματα δεν τους έχει πλέον ανάγκη. Ανάγκη τους έχουν τα μικρά σκάφη. Και ακούγεται λογικό στην εποχή που ρομαντισμός, μεράκι και ηρεμία δεν επιζούν, να μην τους διατίθενται πια τα κονδύλια που απορροφούσαν την εποχή του '50 -τότε που πήγαινες με τον εξάντα και την πυξίδα σου, το χάρτη και το φάρο. Το ζητούμενο είναι να βρεθεί τρόπος να έχουν έσοδα οι Φάροι, να τους επισκέπτεται ο κόσμος, ακόμη και να τους κατοικεί. Το μόνο ζητούμενο πια είναι να μην καταρρέουν. Ας κάνουμε κάτι!...
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΟΝΤΙΚΗΣ
ΠΗΓΗ:Περιοδικό «Εφοπλιστής»
«Δυστυχώς τα νεροφαγώματα από τις βροχές έχουν δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα στο δρόμο. Μια νύχτα, μετά από καταιγίδα και κεραυνούς, ο Φάρος έσβησε. Και φεύγω μεσάνυχτα να έρθω να αποκαταστήσω τη ζημιά. Η λάσπη σε ένα σημείο ήταν μισό μέτρο, χώθηκε μέσα όλο το αυτοκίνητο. Με κίνδυνο της ζωής μου πέρασα, έφτασα στο Φάρο και τον έβαλα σε λειτουργία με το εφεδρικό σύστημα. Ήταν μεγάλη κακοκαιρία, έμεινα εδώ και γύρισα την άλλη μέρα. Ακόμη και τους θερινούς μήνες, ο δρόμος είναι ένα πρόβλημα. Έχω μια μικρή βάρκα και προτιμώ να κινούμαι με αυτήν».
ΘΑ ΞΑΝΑΓΙΝΟΣΑΣΤΑΝ ΦΑΡΟΦΥΛΑΚΑΣ;
«Ναι. Ανακάλυψα τον εαυτό μου μέσα στην ησυχία και την ερημιά. Αν είσαι άτομο της έρευνας, ο τόπος των φάρων σε κάνει να δουλέψεις το μυαλό σου περισσότερο από των άλλων ανθρώπων. Αν έχεις όμως αυτή την προδιάθεση. Έχω συμπληρώσει από το 2000. Όταν φύγω, θα ζητήσω από την Υπηρεσία Φάρων να μου παρασχεθεί η δυνατότητα να επισκέπτομαι τους φάρους, τουλάχιστον του τόπου μου, της Άνδρου. Οι Φάροι πάνε να κλείσουν. Είναι ένα γεγονός που το βλέπουμε να συμβαίνει σιγά σιγά στην Ελλάδα. Δεν θα μπορούσε να γίνει μια κίνηση από πλευράς ανθρώπων που έχουν θέση και περνάει η γνώμη τους; Θα μπορέσουν οι Φάροι να συντηρηθούν και να μείνουν στολίδια μέσα στο Αιγαίο; Να το στολίζουν και όχι να το ασχημίζουν. Να μείνουν και να έχουν ζωή, όχι κλειδωμένοι με αράχνες μέσα. Να είναι ανοιχτοί όπως μπήκαμε εμείς σήμερα μέσα και τον βρίσκουμε καθαρό και περιποιημένο. Έχουν δώσει εντολή να είναι κλειδωμένος ο Φάρος και να φεύγει ο φαροφύλακας. Εκείνος μένει εδώ, μόνος του, για να τον κρατάει ένα στολίδι. Τι θα απογίνουν οι Φάροι μας; Πρέπει να είναι δύο οι φαροφύλακες. Σας είπα για εκείνον που πήγαμε στο Ναυτικό Νοσοκομείο. Αν ήταν μόνος του θα πέθαινε και θα έμενε σβηστός ο Φάρος. Επιτρέπονται αυτά τα πράγματα; Στο εξωτερικό υπάρχουν Σύλλογοι εθελοντών που υιοθετούν ένα Φάρο παρατημένο, εκτός λειτουργίας, και τον αναλαμβάνουν. Ψάχνουν τα κονδύλια, κάνουν εκδρομές αναψυχής με εργασίες συντήρησης μαζί. Αλλά και τα υλικά της συντήρησης θέλουν λεφτά. Και ψάχνουν για χορηγούς. Είναι διεθνές το πρόβλημα με τους Φάρους, όχι μόνο της Ελλάδας. Χάνουν πια τη σημασία τους».
Σβήνει η φωνή και χαμηλώνει το βλέμμα, από τη λάμψη του ορίζοντα, στης πέτρας την υλική σκληράδα. Ναι, οι Φάροι χάνουν τη σημασία τους. Γιατί το πλοίο με τα ηλεκτρονικά βοηθήματα δεν τους έχει πλέον ανάγκη. Ανάγκη τους έχουν τα μικρά σκάφη. Και ακούγεται λογικό στην εποχή που ρομαντισμός, μεράκι και ηρεμία δεν επιζούν, να μην τους διατίθενται πια τα κονδύλια που απορροφούσαν την εποχή του '50 -τότε που πήγαινες με τον εξάντα και την πυξίδα σου, το χάρτη και το φάρο. Το ζητούμενο είναι να βρεθεί τρόπος να έχουν έσοδα οι Φάροι, να τους επισκέπτεται ο κόσμος, ακόμη και να τους κατοικεί. Το μόνο ζητούμενο πια είναι να μην καταρρέουν. Ας κάνουμε κάτι!...
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΟΝΤΙΚΗΣ
ΠΗΓΗ:Περιοδικό «Εφοπλιστής»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου